Διαβητολογικό Ιατρείο

Τι είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης;

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης είναι ένα μεταβολικό νόσημα που χαρακτηρίζεται από αυξημένες τιμές σακχάρου στο αίμα και οφείλεται στην ανεπάρκεια ινσουλίνης στον ανθρώπινο οργανισμό. Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη που παράγεται στο πάγκρεας και επιτρέπει την είσοδο της γλυκόζης (σακχάρου) στα κύτταρα με σκοπό την παραγωγή ενέργειας για να καλυφθούν όλες οι λειτουργίες του ανθρώπινου σώματος.

 Στο Σακχαρώδη Διαβήτη ο οργανισμός μας χάνει τη δυνατότητα να ρυθμίζει τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα σωστά λόγω της έλλειψης ινσουλίνης. Ως αποτέλεσμα η γλυκόζη συσσωρεύεται στο αίμα και τα επίπεδα της ανεβαίνουν πάνω από το φυσιολογικό, βλάπτοντας όλα τα αγγεία του ανθρώπινου σώματος  και προκαλώντας σημαντικές βλάβες σε ιστούς στόχους όπως  καρδιά, νεφρά, μάτια και νεύρα. Η τιμή γλυκόζης νηστείας στο αίμα για την διάγνωση του Σακχαρώδους Διαβήτη είναι  μεγαλύτερη από 125mg/dL.

Οι σημαντικότερες επιπλοκές του Σακχαρώδους Διαβήτη είναι:

  • στεφανιαία νόσος
  • αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια 
  • νευροπάθεια των κάτω άκρων 
  • διαβητικό πόδι
  • νεφροπάθεια και χρόνια νεφρική ανεπάρκεια
  • αμφιβληστροειδοπάθεια 
  • περιφερική αρτηριακή νόσος
  • στυτική δυσλειτουργία

Τα συνήθη συμπτώματα του Σακχαρώδη Διαβήτη είναι:

  • Κόπωση
  • Συχνουρία
  • Πολυδιψία
  • Απώλεια βάρους
  • Έλλειψη συγκέντρωσης
  • Θολή όραση
  • Συχνές λοιμώξεις  όπως ουρολοιμώξεις, κολπίτιδες,  φλεγμονές    δέρματος
  • Καθυστέρηση στην επούλωση πληγών και τραυμάτων

ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΤΥΠΟΥ 1

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1 ή νεανικός διαβήτης, συνήθως εκδηλώνεται σε παιδιά ή νεότερους ενήλικες. Περίπου 5% – 10% των ατόμων με διαβήτη πάσχουν από Διαβήτη τύπου 1. Ο  Διαβήτης Τύπου 1 και έχει αυτοάνοση αιτιολογία, οφείλεται σε καταστροφή των β-κυττάρων του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη μέσω ειδικών αυτοαντισωμάτων, με αποτέλεσμα να υπάρχει ελάχιστη ή μηδενική έκκριση ινσουλίνης. Για την αντιμετώπιση του είναι αναγκαία η καθημερινή χορήγηση ινσουλίνης, η οποία μπορεί να γίνει με την χρήση σχήματος γευματικής και βασικής ινσουλίνης ή τη χρήση αντλιών συνεχούς έγχυσης ινσουλίνης και φυσικά απαιτείται η τήρηση καθημερινά ενός σωστού διατροφικού σχήματος και η φυσική άσκηση. Ο έλεγχος του σακχάρου αίματος από τον ίδιο τον ασθενή είναι καθοριστικής σημασίας για τη σωστή ρύθμιση του σακχάρου που μπορεί να γίνει είτε με τους γνωστούς μετρητές γλυκόζης αυτοελέγχου είτε με τους νεότερους αισθητήρες συνεχούς καταγραφής γλυκόζης  (Continuous Glucose Monitoring), που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από όλες τις ομάδες διαβητικών όμως αποζημιώνονται από το κράτος μόνο για τους ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1. Η παρακολούθηση των επιπέδων σακχάρου του αίματος μπορεί να βοηθήσει στην πραγματοποίηση αλλαγών στο πλάνο γευμάτων των ασθενών, στη σωματική δραστηριότητα  και στη φαρμακευτική  αγωγή, αλλαγές που θα  βοηθήσουν να επιτύχουν και να διατηρήσουν επίπεδα γλυκόζης αίματος εντός του επιθυμητού εύρους τιμών.

ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΤΥΠΟΥ 2

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2  αποτελεί την πιο συχνή μορφή διαβήτη. Περίπου 90%-95% των ατόμων με  Σακχαρώδη Διαβήτη πάσχουν από Διαβήτη τύπου 2. Σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 παίζουν η κληρονομικότητα, η παχυσαρκία και η έλλειψη σωματικής άσκησης σε συνδυασμό με την καθιστική ζωή. Συνήθως εκδηλώνεται σε ενήλικες άνω των 45 ετών. Ωστόσο, ένας αυξανόμενος αριθμός νεότερων ατόμων και εφήβων έχει διαγνωσθεί με Διαβήτη Τύπου 2 τα τελευταία χρόνια.

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2 οφείλεται σε προοδευτική μείωση της επαρκούς  έκκρισης ινσουλίνης από το πάγκρεας και  ενώ παράλληλα εμφανίζεται και το φαινόμενο της αντίστασης στην ινσουλίνη, δηλαδή το σώμα δεν μπορεί να  χρησιμοποιήσει την ινσουλίνη που παράγει το πάγκρεας αποτελεσματικά. Περιλαμβάνει όλο το φάσμα συνδυασμών από την κατ’ εξοχήν αντίσταση στην ινσουλίνη με σχετικά μικρή έλλειψη ινσουλίνης μέχρι τη σημαντική μείωση της έκκρισης ινσουλίνης με μικρή αντίσταση στην ινσουλίνη.

          Τα συμπτώματα του διαβήτη είναι συχνά λιγότερο εμφανή σε άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 από ότι σε άτομα με Διαβήτη τύπου 1. Πολλά άτομα με Διαβήτη τύπου 2 δεν εκδηλώνουν κανένα σύμπτωμα, και μπορεί να μη διαγνωσθούν για πολλά χρόνια. Ως αποτέλεσμα, δυστυχώς, κάποιες φορές τα άτομα αυτά παρουσιάζουν επιπλοκές του Διαβήτη, κατά τη στιγμή της διάγνωσης. Ο Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 αντιμετωπίζεται με αντιδιαβητικά φάρμακα (από του στόματος δισκία ή/και ενέσιμα φάρμακα), ενώ σε κάποιες περιπτώσεις θα χρειαστεί και θεραπεία με ινσουλίνη. Παράλληλα με την φαρμακευτική αγωγή είναι απαραίτητα η κατάλληλη διατροφή και  η σωματική άσκηση με σκοπό την ρύθμιση του σωματικού βάρους.

ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΥΗΣΗΣ

Ως Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης ορίζεται η εμφάνιση υψηλής τιμής γλυκόζης  αίματος, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης μπορεί να διαγνωστεί μέσω ειδικής  εξέτασης που ονομάζεται δοκιμασία φόρτισης με γλυκόζη  (καμπύλη σακχάρου) και  πραγματοποιείται στην εγκυμονούσα μεταξύ  24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης. Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης εκδηλώνεται σε περίπου 7% του συνόλου των κυήσεων και μπορεί να  θέσει σε κίνδυνο τόσο τη μητέρα όσο και  το έμβρυο. 

Οι περισσότερες γυναίκες με Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης ρυθμίσουν το σάκχαρο τους με κατάλληλη διατροφή και με καθημερινή σωματική άσκηση. Κάποιες λιγότερες χρειάζεται να λάβουν θεραπεία με ινσουλίνη. Στις περισσότερες γυναίκες με Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης τα επίπεδα της γλυκόζης του αίματος επανέρχονται στα φυσιολογικά, μετά τον τοκετό. Ωστόσο, γυναίκες που εκδήλωσαν Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν Διαβήτη Τύπου 2,  γι’ αυτό και θα πρέπει να μην αμελούν να υποβάλλονται σε προληπτικές εξετάσεις αίματος.

Το αυξημένο σάκχαρο στις γυναίκες με Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης μπορεί να επηρεάσει και τη μητέρα αλλά και το έμβρυο. Οι πιο σημαντικές επιπτώσεις για τη μητέρα είναι:

  • Πρόωρος τοκετός
  • Δυστοκία (δύσκολος τοκετός με αυξημένη συχνότητα τραυματισμού του εμβρύου) ή ανάγκη για καισαρική τομή λόγω του μεγάλου μεγέθους του εμβρύου
  • Προεκλαμψία και εκλαμψία(αυξημένη αρτηριακή πίεση και αιματολογικές διαταραχές κατά τη διάρκεια της κύησης ή κατά τον τοκετό)
  • Αυξημένος κίνδυνος για την ανάπτυξη Σακχαρώδη Διαβήτη στο μέλλον.
  •  

Οι πιο σημαντικές επιπτώσεις για το έμβρυο είναι:

  • Μεγάλη αύξηση του βάρους του. 
  • Αυξημένος κίνδυνος για παιδική και εφηβική παχυσαρκία και ανάπτυξη Σακχαρώδη Διαβήτη στην ενήλικο ζωή.

ΠΡΟΔΙΑΒΗΤΗΣ

Η Διαταραγμένη ανοχή  γλυκόζης ( IGT, Impaired Glucose Tolerence)  και η Διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας  (IFG, Impaired Fasting Glucose)  είναι διαταραχές της ομοιοστασίας της γλυκόζης και αποτελούν προστάδιο της εκδήλωσης Σακχαρώδη Διαβήτη.  Και οι δύο αυτές διαταραχές είτε μόνες τους είτε και οι δύο μαζί  είναι γνωστές με τον όρο Προδιαβήτης. Ο κίνδυνος ανάπτυξης Σακχαρώδη Διαβήτη στα άτομα με μία από τις δύο διαταραχές είναι 25-30% στα επόμενα 3-5 έτη, ενώ αυξάνεται στα άτομα που πάσχουν και από τις δύο διαταραχές ταυτόχρονα σε 50% στα επόμενα 5 έτη. 

Κατηγορίες αυξημένου κινδύνου ανάπτυξης Σακχαρώδη Διαβήτη ή Προδιαβήτη:

  1. γλυκόζη πλάσματος 2 ωρών μετά τη δοκιμασία φόρτισης με γλυκόζη 75γρ.   140-100mg/dL
  2. γλυκόζη νηστείας  110-125 mg/dL

Εάν ο Προδιαβήτης αντιμετωπιστεί έγκαιρα και αποτελεσματικά, μπορεί να επιτευχθεί η πλήρης θεραπεία του και επαναφορά του σακχάρου στα φυσιολογικά επίπεδα. Στόχος της γιατρού είναι η έγκαιρη διάγνωση του Προδιαβήτη, η άμεση εφαρμογή υγιεινοδιαιτητικών παρεμβάσεων, όπως καθημερινή σωματική άσκηση, απώλεια βάρους και βελτίωση του μοντέλου της διατροφής του ατόμου για τους ασθενείς με φυσιολογικό βάρος και συχνά φαρμακευτικής αγωγής, με αποτέλεσμα την πλήρη εξάλειψή του και την αποφυγή εξέλιξής του σε Σακχαρώδη Διαβήτη.

ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΠΟΔΙ

Το Διαβητικό Πόδι ή νευροπαθητικό πόδι χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη έλκους, που συνήθως συνοδεύονται από καταστροφή των εν τω βάθει ιστών και επιλοίμωξη στον άκρο πόδα των ασθενών κάτωθεν των αστραγάλων σε συνδυασμό με υποκείμενη περιφερική νευροπάθεια και ή/και ποικίλης βαρύτητας περιφερική αρτηριακή νόσο των κάτω άκρων.

 Οι κυριότεροι μηχανισμοί ανάπτυξης του Διαβητικού Ποδιού είναι:

  • η έλλειψη αισθητικότητας λόγω διαβητικής νευροπάθειας, οπότε τα πόδια των ασθενών είναι ευάλωτα σε τραυματισμούς
  • η έλλειψη καλής αιμάτωσης που οφείλεται στην περιφερική βλάβη των αγγείων (αγγειοπάθεια) των κάτω άκρων λόγω διαβήτη και εμποδίζει την επούλωση τραυμάτων 
  • οι οστικές παραμορφώσεις και οι μυϊκές ατροφίες των ποδιών λόγω νευροπάθειας που προκαλούν διαταραχές στην κατανομή βάρους στο πέλμα 
  • η ευαισθησία στις λοιμώξεις που παρουσιάζουν οι διαβητικοί ασθενείς

 

 Εως και το 15% των διαβητικών ασθενών  εμφανίζουν Διαβητικό Πόδι και συχνότερα όσοι έχουν κακή ρύθμιση του σακχάρου τους, καπνίζουν, έχουν βαριά μορφή νευρικής βλάβης, αλλά και βλάβες της όρασης λόγω σακχάρου.

Συνίσταται ο ετήσιος έλεγχος των διαβητικών για τον εντοπισμό αυτών με αυξημένο κίνδυνο Διαβητικού Ποδιού ο οποίος περιλαμβάνει την αναζήτηση νευροπάθειας, περιφερικής αρτηριακής νόσου και μυοσκελετικών παραμορφώσεων  στα κάτω άκρα των ασθενών. Παράλληλα, συνίσταται η κατάλληλη ενημέρωση και εκπαίδευση των ασθενών για την καθημερινή φροντίδα των ποδιών και των νυχιών  τους,  την έγκαιρη εύρεση επικίνδυνων τραυμάτων και βλαβών στα πόδια και  την επιλογή κατάλληλων υποδημάτων.

 Στο ιατρείο μας ο Διαβητικός ασθενείς μπορεί να ενημερωθεί για ότι τον απασχολεί γύρω από το Διαβητικό Πόδι και φυσικά να εξεταστεί κλινικά για την ύπαρξη Διαβητικού Ποδιού αλλά και να υποβληθεί στις απαραίτητες απεικονιστικές εξετάσεις για την έγκαιρη διάγνωση του.

Η ιατρός εξειδικεύεται στην διάγνωση, την θεραπεία και αντιμετώπιση των επιπλοκών όλων των τύπων του Σακχαρώδους Διαβήτη ακολουθώντας όλα τα διεθνή πρωτόκολλα  θεραπείας και  τις  κατευθυντήριες οδηγίες,  βάση της άρτιας εκπαίδευσης και  της πολυετούς κλινικής και ερευνητικής  εμπειρίας  με στόχο την καλύτερη ρύθμιση και την βελτίωση της ποιότητα ζωής των ασθενών της, με σεβασμό στην ιδιαιτερότητα του κάθε αρρώστου.